
«Υπάρχει ένα ανέκδοτο που λέγει ότι στην Κόλαση βρέθηκε ένας ληστής και ένας συγγραφεύς. Κάτω και από τους δύο υπήρχε φωτιά. Κάποτε η φωτιά που έκαιγε κάτω από τον ληστή έσβησε, ενώ στον συγγραφέα αυξανόταν. Ο συγγραφεύς ρώτησε: “Γιατί συμβαίνει αυτό; Αυτό είναι αδικία”. Και του είπαν: ”Αυτό συμβαίνει γιατί συνεχίζεται στον κόσμο το κακό που έκανες με τα βιβλία που έγραψες, ενώ του ληστή δεν συνεχίζεται”».
– Θέλω να ζω την ζωή των ερημιτών, να μην παίζω θέατρο. Να είμαι αυτός που είμαι. Όταν γελώ υπάρχουν άνθρωποι που σκανδαλίζονται, όταν είμαι σοβαρός πάλι σκανδαλίζονται. Όμως, θέλω να είμαι φυσικός, απλός.
– Οι μοναχοί της Μονής μας δεν ζουν όπως ζούσα εγώ στην έρημο του Αγίου Όρους, αλλ’ όμως χαίρομαι γιατί είναι καλοί μοναχοί και ζουν με φυσικό τρόπο και δεν είναι υποκριτές, δεν παίζουν θέατρο. Δέχονται όλους τους ανθρώπους, πλουσίους και πτωχούς, με τον ίδιο τρόπο, χωρίς να κάνουν διάκριση και προσπαθούν όλους να βοηθούν.
Ο Γέροντας είπε σε ένα κληρικό πνευματικό του παιδί καθώς κοίταζαν ένα ναό που είχε αρχίσει να κτίζεται στους χώρους της Μονής:
«Είναι δύσκολο να κτίζεις ναό σήμερα. Θα ξεσηκωθούν όλα τα δαιμόνια» και συνέχισε με ένα ανέκδοτο που είχε ακούσει στη Ρωσία:
«Κάποιος πήγε στην κόλαση αλλά όμως ήθελε να υπάρχει εκεί ναός για να προσεύχεται. Παρά την αμαρτωλότητά του αγαπούσε τον Θεό και ήθελε να προσεύχεται. Άρχισε να μετρά τον χώρο για να κάνει θεμέλια. Ένας διάβολος τον ρώτησε τι κάνει; Εκείνος απάντησε: «Θέλω να κτίσω ιερό ναό για να προσεύχομαι». Ανησύχησε ο διάβολος γιατί δεν ήταν δυνατόν να κτιστεί ναός στην κόλαση και προσπάθησε να τον εμποδίσει. Δεν το κατόρθωσε και φώναξε και άλλους δαίμονες. Ούτε αυτοί μπόρεσαν. Το ανέφεραν στον αρχηγό τους. Και τότε συγκεντρώθηκαν πολλοί δαίμονες και τον έβγαλαν έξω από την κόλαση για να μην κτίσει ναό».
Και συνέχισε ο Γέροντας: «Έτσι και εμείς κτίζουμε ναούς για να μετατρέψουμε την κόλαση σε παράδεισο και εάν δεν το κατορθώσουμε αυτό τότε [τουλάχιστον] θα επιτύχουμε να μην μας δεχτεί ο διάβολος στην κόλαση».

