Ακούμε πολλές φορές στις ημέρες μας ότι πρέπει να είμαστε:»Προμηθείς και όχι επιμηθείς». Από που προέρχεται αυτή η φράση και τι σημαίνει ας δούμε τι λέει ο μύθος..
Ο μύθος
Ήτανε κάποτε μια εποχή, που υπήρχαν βέβαια οι θεοί, μα τα θνητά γένη δεν υπήρχανε. Όταν όμως ήρθε και γι΄ αυτά ο καιρός που όρισε η μοίρα να γεννηθούνε, οι θεοί τα σχηματίσανε μέσα στη γη από χώμα και φωτιά ανακατωμένα και απ΄ ό,τι άλλο είναι αναμεμιγμένο με φωτιά και χώμα. Όταν λοιπό ήτανε να τα βγάλουνε στο φως, προστάζαν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα προκίσουνε και να μοιράσουνε στο καθένα τις δυνάμεις που του πρέπει. Ο Επιμηθέας όμως παρακαλούσε τον Προμηθέα να τον αφήσει να κάμει αυτός τη μοιρασιά· κι όταν πια εγώ, είπε, έχω κάμει τη μοιρασιά, μπορείς εσύ να την εξετάσεις.
Έτσι τον πείθει και μοιράζει αυτός. Καθώς λοιπόν μοίραζε, έδινε σ΄ άλλα δύναμη χωρίς γρηγοράδα, τα πιο αδύναμα πάλι τα προίκιζε με γρηγοράδα. Και άλλα τα όπλιζε, ενώ για εκείνα, που τους έδινε άοπλη φύση, μηχανεύονταν κάποιον άλλον τρόπο για τη σωτηρία τους. Εκείνα δηλαδή απ΄ αυτά που τα έντυνε με μικρό σχήμα, σ΄αυτά χάριζε φτερά για να φεύγουνε ή υπόγεια κατοικία. Εκείνα όμως τα μεγάλωνε στον όγκο, μ΄αυτόν πάλι τα έσωζε. Και τάλλα έτσι ισοζυγιάζοντας τα μοίραζε.
Αυτά όμως τα μηχανεύονταν, γιατί είχε το νου του μην τυχόν εξολοθρευτεί κανένα γένος. Αφού λοιπόν τους έδωκε τους τρόπους να ξεφεύγουνε το αλληλοφάγωμα, μηχανεύτηκε να βολέψει το καθ΄να και σύμφωνα με τις εποχές του χρόνου, που στέλνει ο Ζευς. Έτσι τα έντυνε με πυκνές τρίχες και στερεά δέρματα, ικανά να τα προστατεύουνε από το χειμώνα και από τις ζέστες.
Και φρόντισε, όταν πηγαίνουν να πλαγιάσουν, τα ίδια πράγματα πάλι να τους είναι κατάλληλο και αυτόφυτο στρώμα για τον καθένα. Και πόδεσε άλλα με νύχια, άλλα με τρίχες και δέρματα στερεά και αμάτωτα. Ύστερα πάλι έβρισκε τροφή χωριστή για το καθένα, γι΄άλλα της γης βότανα, γι΄ άλλα των δένδρων τους καρπούς, γι΄άλλα πάλι τις ρίζες. Και είναι κι άλλα που τους έδωκε για τροφή το φάγωμα άλλων ζώων. Και άλλα τα προίκισε με ολιγογονία, εκείνα πάλιν που εξολοθρεύονται απ΄αυτά με πολυγονία, για να σώζει έτσι το γένος τους.
Επειδή όμως ο Επιμηθεύς δεν ήτανε πολύ φρόνιμος, δίχως να το καταλάβει ξόιδεψε τις δυνάμεις· και είχε ακόμα αφήσει απροίκιστο το γένος των ανθρώπων. Και ήτανε σε απορία, τι να κάμει. Και καθώς ήτανε σε απορία, έρχεται σ΄ αυτόν ο Προμηθεύς για να εξετάσει το μοίρασμα και βλέπει, πως όλα τ΄ άλλα ζώα ήτανε καλοβολεμένα, ο άνθρωπος όμως γυμνός και ανυπόδητος και χωρίς στρώμα και άοπλος. Και έφθασε πια η ημέρα η ορισμένη από τη μοίρα να βγει ο άνθρωπος από τη γη στο φως. Όντας λοιπόν σε αμηχανία ο Προμηθεύς, ποια σωτηρία να βρει για τον άθρωπο, κλέβει από τον Ήφαιστο και την Αθηνά την έντεχνη σοφία μαζί με την φωτιά.
Ο Προμηθέας ήταν μυθική μορφή της αρχαιότητας. Γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Ωκεανίδας Ασίας ή Θέμιδας ή Αίθρας ή Κλυμένης. Αδέλφια του ήταν οι Ιαπετίδες Επιμηθέας, Άτλας και Μενοίτιος. Το όνομά του σημαίνει «συνετός», «προνοητικός». Παράγεται από την πρόθεση «προ» και το ρήμα «μανθάνω», όπου το «α», σε ορισμένες αρχαιοελληνικές διαλέκτους, γίνεται «η».
Ο Επιμηθέας ήταν μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Ωκεανίδας Ασίας ή Θέμιδας ή Αίθρας ή Κλυμένης. Αδέρφια του ήταν οι Ιαπετίδες Προμηθέας, Άτλας και Μενοίτιος. Το όνομά του ταυτίστηκε από την αρχαιότητα, με τον άνθρωπο που δεν προνοεί, τον απερίσκεπτο (επί + μήδομαι = σκέπτομαι μετά)[1], αυτός που βγάζει τα συμπεράσματα, μετά το γεγονός.