Την ώρα που ξαπλώνεις για να κοιμηθείς,
θυμίσου να σε παίρνει ο ύπνος
μ’ αισθήματα ευγνωμοσύνης.
Αν κοιμηθείς σκεπτόμενος δυσάρεστα και λυπηρά αν σε μιζέρια και σε σκέψεις γκρίνιας έρθει ο ύπνος να σε πάρει,
γέμισες δηλητήρια το κορμί σου όλη νύχτα.
Ενώ εν πείς
σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που ζω και αναπνέω,
που ήρθαν δυό φίλοι σπίτι να με δουν,
που έφαγα αυτό το νόστιμο φαγητό
κι αυτό το τέλειο παγωτό,
που είδα τα μάτια του καλού παιδιού μου
κι άκουσα το τραγούδι π’ αγαπώ,
που φίλησα τα χείλη της καλής μου,και έδωσα ένα κέρμα στο φτωχό…
Μα όχι μόνο να τα πεις,
μα να τα νιώσεις κι όλας τούτα δω τα λόγια.
Νά αισθανθείς να βγαίνει από τα σπλάχνα σου κάτι γλυκό.
Κάτι σαν παιδικό σιρόπι,
που ρίχνει ευθύς τον πυρετό.
Τότε να δεις τι ομορφιά η καρδιά θα νιώσει
και πόσο θα γλυκάνει το μυαλό,
και πως ο ύπνος γρήγορα θα έρθει να σου χαρίσει χορτασμό.
Θα κοιμηθείς ίσως τρείς ώρες,
μα θα ‘ναι ο ύπνος σου βαθύς
ντυμένος την ευγνωμοσύνη
σαν να εκοιμήθης δεκατρείς.
Τέτοιοι ανθρώποι – εγώ νομίζω –
θα ζήσουνε χρόνια πολλλα ,
γιατί η γκρίνια μας γερνάει
κι ασπρίζει όλων τα μαλλιά.
Γι’ αυτό, κι εσύ όταν ξαπλώνεις
προσπάθησε νά θυμηθείς
τα τόσα δώρα που βιώνεις
και πάψε να μεμψιμοιρείς…
Για προσκεφάλι σου να έχεις
τη λέξη αυτή : ευχαριστώ!
Κι αν η ζωή σου σε πληγώνει
εσύ, ξανά : ευχαριστώ!
Μοιάζει τρελό, κουφό, παράλογο,
να λέω για όλα ευχαριστώ.
Μα όσες φορές το δοκιμάζω
πιάνει!
Και, να!
είμαι εδώ, κι ακόμα ζώ.
Χίλια ευχαριστώ Θεέ και Κύριε μου!!!